Αλέξανδρος Ακριτίδης

"Της ζήσης χαρμολύπες"

Διηγήματα

Εκδόσεις Ινφογνώμων


Στους χαλεπούς αυτούς καιρούς το χρέος του καλλιτέχνη, του δημιουργού, του πνευματικού καλείται να επαναπροσδιοριστεί αλλά και να επωμιστεί εκείνο το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί απέναντι στην κοινωνία.

Ευτυχώς, η παραπάνω θέση επαληθεύεται στην περίπτωση των διηγημάτων του Αλέξανδρου Ακριτιδη με τίτλο «Της ζήσης χαρμολύπες». Πέντε ετερόκλητα ως προς το περιεχόμενο διηγήματα αλλά ταυτόχρονα όλα μαζί συνθέτουν τη φυσιογνωμία ενός σύγχρονου δημιουργού ο οποίος αφουγκράζεται τον παλμό της κοινωνίας.

Στο πρώτο διήγημα «Το σάζι του πατέρα», το οποίο μάλιστα έχει τιμηθεί με το 1ο Βραβείο Διηγήματος Ιστορικού Αρχείου του Προσφυγικού Ελληνισμού (2012), ο αναγνώστης πάλλεται μεταξύ της οδύνης του ξεριζωμού, της περηφάνιας για την καταγωγή, της θλίψης που ενίοτε μετατρέπεται σε οργή στην εναγώνια διατήρηση της ταυτότητας.

O συγγραφέας περιγράφει τις αντίξοες συνθήκες ζωής της οικογένειας του βιρτουόζου Χαραλάμπη, όταν αναγκάζεται μετά το τέλος της μικρασιατικής εκστρατείας να πάρει το δρόμο της προσφυγιάς προκειμένου να γλιτώσει το μένος του πολέμου. Η παιδική ματιά του Θανασάκη μέσα από την οποία γίνεται η αφήγηση δεν αφήνει περιθώρια για εξωραϊσμούς και εξιδανικεύσεις. Η σκληρή πραγματικότητα , όμως, δεν κάμπτει το φρόνημα του , δεν ποδοπατά αξίες και αρετές στον χαρακτήρα και δεν καταρρακώνει το όνειρο για ένα καλύτερο μέλλον.

Επιπλέον, η πλοκή αφενός ακολουθεί την ευθύγραμμη χρονολογική σειρά αφετέρου εμπλουτίζεται με ιστορικά στοιχεία, τα οποία επιτρέπουν τη σύγκριση με το παρόν. Η ακρίβεια και η ενάργεια στην αφήγηση σε συνδυασμό με τις λιτές περιγραφές θέλγουν τον αναγνώστη με αποτέλεσμα να αισθάνεται την αμεσότητα και την απλότητα της γραφής.

«Το ύστατο χαίρε» είναι ένα διήγημα το περιεχόμενο του οποίου δηλώνεται ευθαρσώς από τον τίτλο. Ο θάνατος σε πρώτο πλάνο προσωποποιείται, εξομολογείται, διαλέγεται και αυτοσαρκάζεται. Ο θάνατος, ο χαμός, η απώλεια όποια λέξη και αν επινοήσει ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να δώσει κάποια απάντηση στο κενό που δημιουργείται, στη ρωγμή που προκαλείται στο συμπαγές οικογενειακό οικοδόμημα. Ή μήπως μπορεί; Πώς είναι δυνατόν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα η τραγική απώλεια να ξεχαστεί και η ψυχολογία όσων θρηνούν να αλλάξει; Πόσο λεπτές και εύθραυστες είναι οι ισορροπίες ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο; Οι απαντήσεις προκύπτουν αβίαστα καθώς διαβάζεται απνευστί.

Η γλώσσα πλούσια σε καλολογικά στοιχεία δεν κουράζει τον αναγνώστη αλλά αντιθέτως λειτουργεί λυτρωτικά. Η ροή του είναι γρήγορη χάρη σ’ ένα παντογνώστη αφηγητή που δεν περιορίζεται μονάχα στην εξιστόρηση αλλά σχολιάζει και καυτηριάζει συμπεριφορές και καταστάσεις. Η χρήση της ειρωνείας είναι «εκ των ων ουκ άνευ».

Ο δημιουργός κλείνει το μάτι σε όσους έχουν βιώσει την απώλεια στη ζωή τους και παραδίδει μαθήματα επιβίωσης.

Έχοντας ως πολύτιμη «αποσκευή» την απαράμιλλη φυσική ομορφιά της Αμοργού, ο Αλέξανδρος Ακριτίδης διεκδικεί μια θέση στη χορεία των ηθογράφων συγγραφέων. «Ο θησαυρός» μπορεί να ιδωθεί ως ένα εγκώμιο, ένας ύμνος στην ελληνική ομορφιά, στην οποία, αν αφεθείς, έρχεσαι ένα βήμα πιο κοντά στον πραγματικό σου εαυτό, στην πραγματική ευτυχία.

Από την πρώτη κιόλας πρόταση ο αναγνώστης κεντρίζεται από τη μυστηριακή διάθεση και την έντονη νοσταλγία. Ακολουθεί τα βήματα του ήρωα από την Αμερική στην Ελλάδα, αγωνιά μαζί του στις προσπάθειες του να έρθει πιο κοντά στο θησαυρό, μαγεύεται από το φυσικό κάλλος και τη φιλοξενία των Αμοργινών, μυείται ξανά στην ιστορία του νησιού. Το αποτέλεσμα φυσικά είναι η ολοκληρωτική αναγέννηση τόσο του ήρωα όσο και του αναγνώστη καθώς ένα διαφορετικό μελτέμι τρυπώνει στις ψυχές μας και τις κάνει να φτερουγίσουν, να πετάξουν ψηλά, να αποδεσμευτούν από καθετί ευτελές και ανούσιο.

Και γιατί όχι να πραγματώσουμε κι εμείς μαζί με τον Paul τη σωκρατική προτροπή «γνώθι σαυτόν»…

Στο διήγημα «Επιστροφή στην Πετροράχη» ο συγγραφέας πραγματεύεται το ακανθώδες ζήτημα της δημαγωγίας, η οποία ενδεδυμένη με την κολακεία και την εξαπάτηση φαλκιδεύει την αγνή ψυχή και τίμιο χαρακτήρα του χωρικού της ελληνικής υπαίθρου.

Ένας νεαρός, φιλόδοξος σκηνοθέτης , γέννημα θρέμμα της Πετροράχης από μια οικογένεια κτηνοτρόφων, επικαλείται τη θέληση, το συμφέρον και τα συναισθήματα του απλοϊκού χωρικού με απώτερο σκοπό τη χειραγώγηση του προκειμένου να εξυπηρετήσει τον εαυτό του και τα σχέδια του. Γι’ αυτό Δεν διστάζει μάλιστα να πει ψέματα , να τους χτυπήσει στο φιλότιμο και στην εθνική τους περηφάνεια.

Η επιλογή της αφηγηματικής τεχνικής του διαλόγου είναι καταλυτική γιατί προσδίδει αφενός ζωντάνια και αμεσότητα αφετέρου ο αναγνώστης μπορεί να αισθανθεί την απόγνωση που νιώθει ο Σαράντης, ο πατέρας, όταν αντιλαμβάνεται τα σχέδια του γιου του. Ειδικά, ο εσωτερικός μονόλογος του πατέρα στην αρχή του διηγήματος προοικονομεί το μέγεθος των προβλημάτων που επρόκειτο να ακολουθήσουν.

Όμως, στόχος του συγγραφέα είναι να σκιαγραφήσει την ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση του Έλληνα που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δυο –συνήθως ακραία- συναισθήματα. Η μετάβαση από το ένα στο άλλο πολλές φορές είναι στιγμιαία αλλά αυτός είναι ο Έλληνας. Αυτές οι έντονες αντιθέσεις στις αντιδράσεις είναι που του δίνουν ένα ξεχωριστό στίγμα.

«Κάποιες φορές το ψέμα είναι τόσο συχνό που μπερδεύεσαι και το περνάς για αλήθεια. Μαθαίνεις να ζεις μέσα σ αυτό και απλά δεν αντιδράς καθόλου. Το ακούς και κουνάς το κεφάλι καταφατικά σαν να μην συμβαίνει τίποτα».

Στο διήγημα « Εν βρασμώ ψυχής» ο συγγραφέας τεχνηέντως εισέρχεται στον ελκυστικό κόσμο της ψυχολογίας και υποβάλλει έμμεσα το καίριο ερώτημα σε όλους μας «Άραγε, διακρίνεις το ψέμα;». Σκιαγραφώντας έναν πολύ αγαπητό ήρωα, τον Θύμιο, που θεωρείται υπόδειγμα οικογενειάρχη άλλα και πολίτη στην Πικροκερασιά διεισδύουμε στην καθημερινότητα του.

Κάλλιστα, ο Θύμιος θα μπορούσε να θυμίζει τραγικό ήρωα διότι μέσα στο γάμο του νιώθει αποξενωμένος, καταβάλλει υπεράνθρωπη προσπάθεια να σταθεί βράχος δίπλα στα παιδιά του, διακατέχεται από υψηλό αίσθημα ηθικής. Όμως, το τίμημα για όλα αυτά αποδεικνύεται βαρύ.

Με γραφή λιτή αλλά περιεκτική, χωρίς πομπώδεις φράσεις και υπερφίαλες ψυχολογικές διαπιστώσεις ο συγγραφέας θίγει το συχνό, στις σύγχρονες κοινωνίες, φαινόμενο του στρουθοκαμηλισμού.

Ολοκληρώνοντας αυτή την πρώτη γνωριμία με τα πέντε εξαιρετικά διηγήματα του Αλέξανδρου Ακριτίδη εύχομαι το ταξίδι τους να είναι μακρύ, συνοδευόμενο από την ευρεία αποδοχή του αναγνωστικού κοινού. Άλλωστε , δεν υπάρχει πιο όμορφο ταξίδι από αυτό που μας χαρίζουν τα βιβλία και δεν υπάρχει πιο ωραία περιπλάνηση, από την αναγνωστική. Στον ίδιο τον δημιουργό δεν αξίζουν μόνο οι ευχές μας αλλά και τα θερμά συγχαρητήρια μας διότι το πόνημα του «Της ζήσης χαρμολύπες» επιβεβαιώνει τα λόγια του Αμερικανού ποιητή Auden (Ώντεν) ότι ένα καλό βιβλίο δεν είναι αυτό που διαβάζουμε, αλλά αυτό που διαβάζει εμάς.


Γούτση Δήμητρα

Φιλόλογος